σώμα

σώμα
Γενικό όνομα που δίνεται σε μια ποσότητα ύλης. Σώματα επομένως είναι όλα τα αντικείμενα με τις ιδιότητες τους (σχήμα, διαστάσεις, βάρος κλπ.)· ουσία, αντίθετα, είναι η ποιότητα της ύλης από την οποία αποτελούνται τα σ. Για μεγαλύτερη ακριβολογία στο γενικό όρο προσθέτεται κάποιο χαρακτηριστικό, π.χ. σ. απλό (για να υποδείξουμε ένα χημικό στοιχείο) στερεό, υγρό, αέριο, άμορφο, κρυσταλλικό, άκαμπτο, ελαστικό. (Ανατ.). Το ανθρώπινο σώμα μπορεί να θεωρηθεί ως ένα σύστημα στοιχείων, που συνδυάζονται αρμονικά για τη διαφύλαξη της ακεραιότητας του ατόμου και τη διατήρηση του είδους. Από μορφολογική άποψη αποτελείται από το κεφάλι, τον κορμό και τα τέσσερα άκρα. Το κεφάλι, έδρα του εγκέφαλου και των ειδικών οργάνων των αισθήσεων, αντιπροσωπεύει το κέντρο της ζωής και της σχέσης με το περιβάλλον. Στον κορμό διακρίνεται μια προέκταση προς τα πάνω, ο λαιμός, ο οποίος συνδέει αυτόν με το κεφάλι, και δυο μεγάλοι κοίλοι σχηματισμοί, ο θώρακας και η κοιλιά, που περιέχουν τα κύρια όργανα της φυτικής ζωής. Τα άκρα ξεχωρίζουν συμμετρικά από τα τέσσερα πλάγια άκρα του κορμού· οι βασικές λειτουργίες των άκρων, σύλληψη και κίνηση, πετυχαίνονται με ένα σύστημα αρθρώσεων προικισμένων με μεγάλη κινητικότητα. Το άνω άκρο διαιρείται σε ώμο, βραχίονα, αγκώνα, αντιβράχιον και χέρι· το κάτω σε γοφό, μηρό, κνήμη, αυχένα του ποδιού και πόδι. Το σύνολο του οργανισμού μας υποστηρίζεται και αρθρώνεται από το σκελετό, του οποίου κύριο άξονα αποτελεί η σπονδυλική* στήλη· τα άλλα του στοιχεία αντιπροσωπεύονται από το κρανίο, τους ώμους με τα άνω άκρα, το θωρακικό κλωβό, τη λεκάνη με τα κάτω άκρα. Στο σκελετό, τα διάφορα τμήματα του οποίου ενώνονται μεταξύ τους με αρθρώσεις και συνδέσμους, προσφύονται οι μύες, που του προσδίνουν την κινητικότητα και τη στατική. Το σύνολο του σκελετού, των αρθρώσεων και των μυών ονομάζονται κινητικό σύστημα και κινεί τα διάφορα τμήματα του σώματος και ολόκληρο το άτομο. Οστέινες κατασκευές και μυϊκές μάζες αφορίζουν χώρους και κοιλότητες στα οποία βρίσκονται τα όργανα της φυτικής ζωής, τα αγγεία και οι περιφερειακοί νευρικοί σχηματισμοί: στο κεφάλι, στο λαιμό και στο θώρακα είναι κατανεμημένα τα όργανα του αναπνευστικού συστήματος· από το κεφάλι στην κοιλιά διαδράμει το πεπτικό σύστημα με τους σχετικούς μεγάλους αδένες (σιαλογόνοι, ήπαρ, πάγκρεας)· από το θώρακα εκτείνονται σε ολόκληρο τον οργανισμό τα αγγεία του κυκλοφοριακού* συστήματος, στο πίσω τοίχωμα της κοιλιάς ακουμπούν οι νεφροί και στη μικρή πύελο περιέχονται η ουροδόχος κύστη και, στη γυναίκα, τα όργανα αναπαραγωγής (*ουρογεννητικό σύστημα). Άλλα μορφολογικά - λειτουργικά συστήματα είναι το αίμα και το αιμοποιητικό σύστημα (*σπλήνα, μυελός των οστών, λεμφικό σύστημα) και το σύνολο των ενδοκρινών αδένων (*θυρεοειδής, παραθυρεοειδείς, επινεφρίδια). Στο κρανίο και στο νωτιαίο σωλήνα, τέλος περιέχεται το κεντρικό νευρικό σύστημα (*εγκέφαλος, παρεγκεφαλίδα, νευρικό κεντρικό σύστημα), από το οποίο εκπορεύεται το περιφερειακό νευρικό σύστημα, το νευροφυτικό τα όργανα των αισθήσεων (*όραση, ακοή, όσφρηση, γεύση, αφή) κι η επιφανειακή και «εν τω βάθει αισθητικότης». Δομική μονάδα όλων αυτών των κατασκευών είναι το κύτταρο*· κυτταρικά στοιχεία και μεσοκυττάριες ουσίες, άμορφες ή έμμορφες, σχηματίζουν τους ιστούς· αυτοί οργανώνονται σε ανώτερες μορφολογικές και λειτουργικές μονάδες, τα όργανα, ομάδες οργάνων ενώνονται με ανατομικές και φυσιολογικές σχέσεις για την εκτέλεση κοινών δραστηριοτήτων κα αποτελούν αυτά που ονομάζονται συστήματα. Οι ιστοί του ανθρώπινου σώματος ανανεώνονται συνεχώς, και εάν ορισμένοι τύποι κυττάρων (νευρικά κύτταρα, ραβδωτά μυϊκά ινο-κύτταρα κ.ά.) παραμένουν σταθερά και δεν αναγεννιούνται για όλη τη ζωή, τα μόρια και τα άτομα που τα αποτελούν υπόκεινται σε μια ακατάπαυστη ανταλλαγή. Η ανανέωση του πρωτοπλάσματος, εκτός του ότι αποκαθιστά τα φαινόμενα φθοράς, είναι μια από τις όψεις της δυναμικής ισορροπίας, που διατηρεί αμετάβλητο το εσωτερικό περιβάλλον του οργανισμού μας. Η σταθερότητα του περιβάλλοντος αυτού (ομοιόσταση) είναι αναγκαία για την ακεραιότητα του ατόμου και τη φυσιολογική εξέλιξη των ζωτικών δραστηριοτήτων του· αυτή πρέπει να διατηρείται παρά τις συνεχείς τροποποιητικές επιδράσεις που προέρχονται τόσο από το εξωτερικό περιβάλλον, όσο και από τις ίδιες τις οργανικές λειτουργίες. Στη δυναμική ισορροπία που επιτρέπει τη διατήρηση της ομοιόστασης συμμετέχουν, με πολυάριθμες αυτορρυθμιστικές διεργασίες, όλα τα κύτταρα, τα όργανα και τα συστήματα του ανθρώπινου σώματος. Στην άμυνα της ακεραιότητας του ατόμου εναντίον ορισμένων βλαβερών παραγόντων του εξωτερικού περιβάλλοντος, είναι εντεταλμένα μερικά διάχυτα, μπορούμε να πούμε, σε κάθε μέρος του σώματος μας χυμικά και ιστικά συστήματα: πρωτεΐνες του πλάσματος και των ιστών, δικτυοενδοθηλιακό* σύστημα, μερικοί τύποι κυττάρων του αίματος. Τα συστήματα αυτά συμβάλλουν στην πραγματοποίηση μιας σειράς γενικών διεργασιών άμυνας, που περιλαμβάνουν τα φαινόμενα της φλεγμονής*, της ανοσίας* και της ουλοποίησης*. Για την ομοιόσταση, την αύξηση και την ανανέωση των ιστών, για τις ανώτερες δραστηριότητες, ο οργανισμός μας προσλαμβάνει υλικά πλαστικά (πρωτεΐνες) και ενεργητικά (υδατάνθρακες) από το εξωτερικό περιβάλλον με τη διατροφή*. Οι πεπτικές διεργασίες (*πεπτικό σύστημα, πέψη) διασπούν τις πρωτεΐνες, που έχουν εισαχθεί στα αμινοξέα που τις αποτελούν και, από αυτά, τα κύτταρα των ιστών μας επανακατασκευάζουν τις ειδικές πρωτοπλασματικές δομές· η ενέργεια που απαιτείται για τις ζωικές διεργασίες παρέχεται κυρίως από την οξείδωση των υδατανθράκων και αρχίζει, πάντα ως βιοχημική ενέργεια, από μερικά οξειδο - αναγωγικά συστήματα (π.χ. μετατροπή τριφωσφορικής αδενοσίνης TPA, σε διφωσφορική αδενοσίνη DPA), κοινά σε όλους σχεδόν τους ζώντες οργανισμούς. Το οξυγόνο που απαιτείται για τις ενεργητικές διεργασίες προσλαμβάνεται από τον αέρα (*αναπνοή), δεσμευόμενο από την αιμοσφαιρίνη και διανεμόμενο σε ολόκληρο τον οργανισμό με το αίμα. Κατά τα διάφορα φαινόμενα του μεταβολισμού παράγονται ουσίες άχρηστες στον οργανισμό, για την απομάκρυνση των οποίων φροντίζουν τα διάφορα όργανα αποβολής τους, και πάνω απ’ όλα οι νεφροί. Στις θεμελιώδεις αυτές φυτικές λειτουργίες πρέπει να προστεθεί και εκείνη της αναπαραγωγής*, που εκτελείται από τους γεννητικούς αδένες και τα γεννητικά όργανα. Στη γενική οικονομία του οργανισμού, όργανα και συστήματα συμμετέχουν με εξειδικευμένες και γενικές δραστηριότητες, που παρεμβάλλονται οι πρώτες στις δεύτερες με άλλα λόγια, σε κάθε ζωτική λειτουργία συνεργάζονται, αν και κατά διαφορετικό μέγεθος, πολλά ή όλα τα στοιχεία του οργανισμού μας. Ο σκελετός π.χ. δεν έχει μόνο δομική λειτουργία αλλά συμμετέχει, με τις παρακαταθήκες του σε μεταλλικά άλατα, στη διατήρηση της φυσιολογικής συγκέντρωσης ασβεστίου στο αίμα· στη λειτουργία αυτή, από την οποία εξαρτιέται η διεγερσιμότητα των μυών συμμετέχουν και το πεπτικό σύστημα (απορρόφηση ασβέστιου), οι παραθυρεοειδείς και οι νεφροί. Οι μύες όχι μόνο μετατρέπουν τη βιοχημική ενέργεια της γλυκόζης σε μηχανική, αλλά συμβάλλουν και στη θερμορρύθμιση και αποτελούν μια μεγάλη παρακαταθήκη υλικών εφεδρείας. Το αναπνευστικό σύστημα συσχετίζεται στενά με το κυκλοφοριακό για τον εμπλουτισμό του αίματος σε οξυγόνο, αλλά οι πνεύμονες με το ενδιάμεσο των οποίων αποβάλλεται το διοξείδιο του άνθρακα, συνεργάζονται και στη ρύθμιση της οξεοβασικής ισορροπίας. Στο μεταβολισμό του νερού και των αλάτων, για να αναφέρουμε ακόμα ένα παράδειγμα, συμμετέχουν το πεπτικό σύστημα, το ουροποιητικό και τα επινεφρίδια· στο μεταβολισμό των υδατανθράκων επιδρούν ο πεπτικός σωλήνας, το συκώτι, η ενδοκρινής μοίρα του παγκρέατος, η υπόφυση, τα επινεφρίδια και οι μύες. Ο συσχετισμός των διάφορων οργάνων πραγματοποιείται συχνά δια βιοχημικών μηχανισμών. Μερικές φορές η συσσώρευση ή η κατανάλωση ορισμένων ουσιών προκαλεί μια σειρά αντιδράσεων με την παρεμβολή ενός ή περισσότερων οργάνων, ενώ άλλες φορές παράγονται ουσίες που δρουν δια της χυμικής οδού και προκαλούν ορισμένες απαντήσεις από κύτταρα που βρίσκονται πολύ μακριά από τον τόπο παραγωγής τους. Μεγάλο μέρος όμως του έλεγχου των δραστηριοτήτων του οργανισμού μας εκτελείται από δυο συστήματα, το ενδοκρινικό και το νευρικό, που βρίσκονται σε στενές σχέσεις μεταξύ τους. Οι ενδοκρινείς αδένες ρυθμίζουν πρακτικά τον τροφισμό, τις διεργασίες διαφοροποίησης και ανάπτυξης όλων των κυττάρων του σώματος, επεμβαίνουν σε σημαντικά μεταβολικά συστήματα (μεταβολισμός υδατανθράκων, νερού, αλάτων κ.ά.) και συμμετέχουν στις διεργασίες γενικής άμυνας του οργανισμού μας. Η δραστηριότητα τους εκφράζεται δια των ορμονών* που κάθε αδένας εκχέει στο αίμα. Το νευρικό σύστημα, αντίθετα, χρησιμοποιεί, για τη μετάδοση των κεντρομόλων και φυγόκεντρων ερεθισμάτων του ειδικές οδούς, ανατομικά προκαθορισμένες και διαφοροποιημένες, που αντιπροσωπεύονται από τις νευρικές ίνες, ενωμένες ή όχι σε δεμάτια, τα νεύρα. Στα διάφορα όργανα, τα ενδοτοιχωματικά νευρικά πλέγματα εκτελούν τοπικές αυτορρυθμίσεις, περίπου αυτόνομες των δραστηριοτήτων κίνησης και έκκρισης· οι επικοινωνίες μεταξύ των οργάνων της φυτικής ζωής και των νευρικών κέντρων ακολουθούν τις ίνες και τα γάγγλια του νευροφυτικού συστήματος· η εθελουσία κινητικότητα και η αισθητικότητα*, που ανήκουν στη ζωή σχέσης, ακολουθούν τα περιφερειακά νεύρα που καταλήγουν στο νωτιαίο μυελό και στον εγκέφαλο. Στις δομές αυτές φτάνουν και τα ερεθίσματα, που συλλέγουν από το εξωτερικό περιβάλλον τα όργανα των αισθήσεων· έτσι το κεντρικό νευρικό σύστημα μαζεύει όλα τα αναγκαία δεδομένα για την εκτέλεση της υψηλής λειτουργίας του συντονισμού: τη ρύθμιση των αντιδράσεων μας στις συνεχείς μεταβολές των συνθηκών που υφιστάμεθα. Εκτός από αυτά εγκέφαλος είναι έδρα των ανώτερων ικανοτήτων της διανόησης, που, από καθαρά φυσική άποψη, μπορεί να θεωρηθούν ως οι ανώτερες λειτουργίες του νευρικού μας συστήματος. (Μαθημ.). Το σύνολο των ρητών αριθμών με το οποίο καθορίζονται οι πράξεις της πρόσθεσης (+) και του πολλαπλασιασμού (.) με τις εξής ιδιότητες: 1. Η πρόσθεση είναι μεταθετική, δηλ. για κάθε ζεύγος α,β των ρητών αριθμών ισχύει α+β = β+α. 2. Η πρόσθεση είναι προσεταιριστική, δηλ. για κάθε τριάδα α,β,γ των ρητών αριθμών ισχύει (α+β)+γ = α+(β+γ). 3. Ο πολλαπλασιασμός είναι επιμεριστικός ως προς την πρόσθεση, δηλαδή για κάθε τριάδα α,β,γ ισχύει α.(β+γ) = α.β+α.γ και (α+β).γ=α.γ+β.γ. 4. Ύπαρξη του μηδενικού στοιχείου, δηλ. του αριθμού μηδέν (0) όπου για κάθε ρητό αριθμό α είναι α+0 = α = 0+α. 5. Ύπαρξη του αντίθετου στοιχείου, δηλ. του αριθμού (-α), όπου για κάθε ρητό αριθμό α ισχύει, a+(-a) = 0. 6. Ο πολλαπλασιασμός είναι προσεταιριστικός, δηλ. για κάθε τριάδα ρητών αριθμών α,β,γ ισχύει α(βγ) = (αβ)γ. 7. Ο πολλαπλασιασμός είναι μεταθετικός, δηλ. για κάθε ζεύγος α,β ισχύει α.β-β.α. 8. Ο πολλαπλασιασμός έχει ένα μοναδικό, ουδέτερο στοιχείο, τον αριθμό 1, για τον οποίο ισχύει α.1 = α. Στην άλγεβρα, κάθε σύνολο στοιχείων για το οποίο ισχύουν οι πιο πάνω ιδιότητες, εκτός από την 7η (μεταθετικότητα του πολλαπλασιασμού), ονομάζεται σ. Στην ιδιαίτερη περίπτωση για την οποία ισχύει και η 7η ιδιότητα, το σύνολο καλείται αντιμεταθετικό σ. ή πεδίο. Έτσι, ένα σ. μπορεί γενικότερα να ορισθεί σαν σύνολο στοιχείων στο οποίο ορίζονται δύο συνθετικές πράξεις, που ονομάζονται πρόσθεση και πολλαπλασιασμός. Τα στοιχεία του συνόλου με πρόσθεση πρέπει να δίνουν μία αβελιανή ομάδα, ενώ τα μη μηδενικά στοιχεία με πολλαπλασιασμό, πρέπει να δίνουν μία ομάδα (όχι απαραίτητα αβελιανή) και επιπλέον να ισχύουν οι επιμεριστικές ιδιότητες: α(β+γ) = αβ+αγ και (β+γ).α = βα+γα. Τα σύνολα R (πραγματικοί), Q (ρητοί), C (μιγαδικοί) είναι αντιμεταθετικά σ. Οι κβατέρνιοι τετράδες πραγματικών αριθμών, αποτελούν σ. (μη αντιμεταθετικό).
* * *
το / σῶμα, ΝΜΑ
1. το σύνολο τών μελών και τών οργάνων που απαρτίζουν έναν ζωντανό οργανισμό (α. «έχει αθλητικό σώμα» β. «ὁ λύχνος τοῡ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός», ΚΔ
γ. «...τὸ σῶμα μάλα εὔρωστος καὶ ἄλλως φιλόπονος», Ξεν.)
2. το κορμί, η υλική υπόσταση τού ανθρώπου, σε αντιδιαστολή προς την ψυχή ή το πνεύμα (α. «είμαι η ψυχή και ντύθηκα το σώμα για να σέ βρω», Παλαμ.
β. «ἀσθενεῑ τὸ σῶμα, ἀσθενεῑ μου καὶ ἡ ψυχή», Παρ. Καν.
γ. «φοβεῑται μὴ ἡ ψυχὴ ὅμως καὶ θειότερον καὶ κάλλιον ὂv τοῡ σώματος προαπολλύηται», Πλάτ.)
3. λείψανο, πτώμα (α. «η πατρική γη θα δεχθεί σε λίγο το σώμα του...» β. «Ἰωσὴφ τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾱτον καὶ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῡ Ἰησοῡ», ΚΔ
γ. «σῶμα γὰρ... κατελείπομεν ἡμεῑς ἄκλαυτον καὶ ἄθαπτον», Ομ. Οδ.)
4. η μάζα, η ύλη από την οποία αποτελείται ένα αντικείμενο (α. «ο νόμος τής πτώσης τών σωμάτων» β. «ὁ λίθος σῶμά ἐστι», Λουκιαν.)
5. μαθημ. σχήμα με τρεις διαστάσεις, στερεό, σε αντιδιαστολή προς το επίπεδο ή την επιφάνεια (α. «στερεά σώματα» β. «σῶμά δέ ἐστι, τὸ τριχῇ διαστατόν, ἤγουν τὸ ἔχον μῆκος καὶ πλάτος καὶ βάθος, ἤτοι πάχος», Δαμασκ.)
6. το ευχαριστιακό σώμα τού Χριστού, ο άρτος τής Θείας Ευχαριστίας («λάβετε, φάγετε, τοῡτό ἐστι τὸ σῶμά μου», ΚΔ)
7. το σύνολο τής χριστιανικής Εκκλησίας, με τον Χριστό ως κεφαλή και τους αγίους, τον κλήρο και τους πιστούς ως μέλη (α. «οι αιρετικοί αποκόπτονται από το σώμα τής Εκκλησίας» β. «τοῡ σώματος τοῡ ἐκκλησιαστικοῡ», Ιωάνν. Χρυσ.
γ. «σῶμα τὴν ἐκκλησίαν καὶ οἶκον θεοῡ ἐκ λίθων ζώντων οἰκοδομούμενον», Ωριγ.)
8. το ουσιώδες μέρος βιβλίου (α. «ποια άποψη υποστηρίζει στο σώμα τής διατριβής;» β. «ὡς ἂν μὴ τὸ σῶμα τῆς παρούσης ἡμῑν διακόπτοιτο ἱστορίας», Ευσ.
γ. «ὡς τὸ σῶμα καὶ τὸ ὕφος τῆς προφητείας ὑπαγορεύει», Κλήμ. Αλ.)
9. ανθρώπινη ύπαρξη, άτομο (α. «για να κλαύσετε τα σώματα / που θε να βρει η συμφορά», Σολωμ.
β. «τῶν δ' ὀρθουμένων σῴζει τὰ πολλά σώμαθ' ἡ πειθαρχία», Σοφ.)
νεοελλ.
1. βιολ. το σύνολο τών κυττάρων που αποτελούν τη μάζα ενός φυτού ή ενός ζώου με εξαίρεση τα γεννητικά κύτταρα
2. (φιλοσ.) γενικός χαρακτηρισμός για πράγματα αντιληπτά με τις αισθήσεις
3. μαθημ. το σύνολο τών αριθμών που προκύπτουν από αλγεβρικό αριθμό, όταν αυτός συνδυάζεται προς τους ρητούς συντελεστές με τις τέσσερεις στοιχειώδεις πράξεις
4. το κύριο μέρος ενός συνόλου, σε αντιδιαστολή προς τα άκρα ή τα παραρτήματα («το σώμα τής μηχανής»)
5. στρ. α) στρατιωτική δύναμη με δική της διοίκηση (α. «έφιππο σώμα» β. «άτακτα σώματα»)
β) τμήμα στρατού, ιδίως τεχνικών, σε αντιδιαστολή με το όπλο (α. «το σώμα τού μηχανικού» β. «το υγειονομικό σώμα»)
6. φρ. α) «ψυχή τε και σώματι» — ολόψυχα, ολοκληρωτικά
β) «σώμα με σώμα» ή «σώμα προς σώμα»
(για μάχη) εκ τού συστάδην, με άμεση συμπλοκή με τον εχθρό
γ) «εν σώματι» — όλοι μαζί, με όλα τα μέλη ενός συνόλου
δ) «απλό σώμα»
χημ. άλλη ονομασία τού χημικού στοιχείου
ε) «αστρικό σώμα»
αστρον. το ουράνιο σώμα
στ) «ετερόφωτο σώμα»
αστρον. ουράνιο σώμα, χωρίς δικό του φως, που ανακλά το φως τού Ηλίου το οποίο προσπίπτει επάνω του
ζ) «ακτινωτό σώμα»
ανατ. μοίρα τού αγγειώδους χιτώνα τού οφθαλμού με πάρα πολλές προσεκβολές, από τις οποίες αναρτάται ο κρυσταλλοειδής φακός
η) «ραβδωτό σώμα»
ανατ. φαιά μάζα στη βάση τού εγκεφάλου τού ανθρώπου
θ) «ξένο σώμα» ή αλλότριο σώμα»
i) ιατρ. σώμα που δεν αποτελεί μέρος τού οργανισμού αλλά έχει εισέλθει από έξω ή έχει σχηματιστεί μέσα του
ii) (κτην.) αντικείμενο που προσλαμβάνεται μαζί με την τροφή από μυρηκαστικά και το οποίο, όταν είναι αιχμηρό, μπορεί να προκαλέσει τραυματική δικτυοπεριτονίτιδα λόγω μετανάστευσης διά μέσου τού πεπτικού σωλήνα προς το διάφραγμα και την καρδιά
ι) «κοκκιώδες σώμα»
ιατρ. ονομασία λευκοκυττάρου μεγάλων διαστάσεων, που είναι γεμάτο με λιπώδεις κοκκιάσεις και απαντά σε αφθονία σε περιπτώσεις βλαβών τού νευρικού συστήματος, ιδιαίτερα στην εγκεφαλική μαλάκυνση και σε άλλες εκφυλιστικές διεργασίες
ια) «κεντρικό σώμα»
βιολ. κεντρική χρωματινική μάζα τών κυανοφυκών, η οποία θεωρείται ως διάχυτος πυρήνας
ιβ) «μέλαν σώμα»
φυσ. βλ. μέλας
ιγ) «νομοθετικό σώμα»
(νομ.) βλ. νομοθετικός
ιδ) «σώμα τού εγκλήματος»
(νομ.) το όργανο που χρησιμοποιήθηκε για την τέλεση τού εγκλήματος
ιε) «σώμα εφοδιασμού και μεταφορών» — οργανωμένο σώμα τού στρατού ξηράς, το οποίο έχει την ευθύνη για τη μεταφορά τών στρατευμάτων, όπου απαιτηθεί, και για τον εφοδιασμό και ανεφοδιασμό τού στρατού σε καιρό ειρήνης ή πολέμου
ιστ) «σώμα στρατού»
στρ. μορφή σχηματισμού τού στρατού ξηράς που αποτελείται από σύνολο μεραρχιών και συγκροτημάτων διαφόρων όπλων και σωμάτων, υπό την ενιαία διοίκηση αντιστρατήγου
ιζ) «σώμα υλικού πολέμου»
στρ. σώμα τού στρατού ξηράς τού οποίου αποστολή είναι να αποθηκεύει και να εφοδιάζει τις μονάδες με υλικό πολέμου
νεοελλ.-μσν.
1. σύνολο προσώπων που συγκροτούν θρησκευτική κοινότητα, οργάνωση, τάξη, ομάδα με καθορισμένες αρμοδιότητες (α. «δικαστικό σώμα» β. «νομοθετικό σώμα» γ. «τῷ προειρημένῳ σώματι τών Χριστιανῶν», Ευσ.)
2. συγκροτημένο βιβλίο, τόμος μετά τη βιβλιοδεσία (α. «έχουν απομείνει είκοσι σώματα τού πρώτου τόμου» β. «βιβλίον ἔχον ὅλην τὴν νέαν διαθήκην ἐν σώματι πολὺ καλῷ», Μόσχ. Ι.)
3. φρ. «ουράνιο(ν) σώμα» — γενικός χαρακτηρισμός για τους πλανήτες, τους αστέρες και τους γαλαξίες
μσν.
προσωπική εργασία, προσωπική αγγαρεία («κελεύει δὲ ἐκ τούτων ὀκτακόσια μὲν ἐν σώματι λειτουργεῑν, τὰ δὲ λοιπὰ ἐν ἀπαργυρισμῷ», Αθ. Σχιλ.)
μσν.-αρχ.
1. μορφή, κατά λέξιν σημασία τών γραφών («μή τὸ σῶμα τῆς ἐπιστολῆς ἀναγινώσκειν μόνον, αλλὰ καὶ τὴν κάτω κειμένην πρόσρησιν», Ιωάνν. Χρυσ.)
2. φρ. «αἱ τοῡ σώματος ἡδοναί» ή «αἱ κατὰ τὸ σῶμα ἡδοναί» — οι σαρκικές απολαύσεις, κυρίως η σεξουαλική ηδονή (Πλάτ. Μηναί.)
αρχ.
1. υλική ύπαρξη («ἢ μέγεθός ἐστιν ἢ σῶμά ἐστι», Πλάτ.)
2. φρ. α) «τὰ τοῡ σώματος ἔργα» — οι σωματικοί κόποι, η χειρωνακτική εργασία (Ξεν.)
β) «τὰ εἰς τὸ σῶμα ἀδικήματα» — αδικήματα που στρέφονται κατά τής σωματικής ακεραιότητας πάπ.
γ) «οἰκετικὰ σώματα» — οι δούλοι (Αισχίν.)
δ) «σῶμα παιδοποιόν» — το γεννητικό όργανο (Αιλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Λ., άγνωστης ετυμολ., πιθ. αρχαία, η οποία παραμένει δυσερμήνευτη όπως και τ. άλλων ΙΕ γλωσσών με την ίδια σημ. (πρβλ. λατ. corpus). Κατά μία άποψη, η λ. σώμα έχει προέλθει από έναν τ. *tuōmn με αρχική σημ. «φούσκωμα, πρήξιμο» (< ΙΕ ρίζα *tēu- «φουσκώνω») και συνδέεται, επομένως, με τον τ. σω-ρός*, ο οποίος εμφανίζει διαφορετικό επίθημα (βλ. και λ. σώος). Έχουν επίσης απόψεις για διάφορες άλλες συνδέσεις, όπως π.χ. με το ρ. σήπομαι (μέσω ενός τ. *σῶπ-μα), με το ρ. σίνομαι «βλάπτω» ή με το αρχ. ινδ. styā «πήζω, γίνομαι σκληρός», οι οποίες, όμως, παραμένουν ανεπιβεβαίωτες. Η λ. απαντά ως β' συνθετικό πολλών λ. με τις μορφές -σώματος (από το θ. τής γεν.) και σπανιότερα -σωμος.
ΠΑΡ. σωματίδιο(ν), σωματικός, σωμάτιο(ν), σωματώδης
αρχ.
σωματίζω, σωμάτινος
αρχ.-μσν.
σωματότης, σωματώ
μσν.- νεοελλ.
σωματείο(ν)
νεοελλ.
σωματάκι.
ΣΥΝΘ. (Α' συνθετικό) σωμασκία, σωματέμπορος, σωματοφύλακα(-αξ)
αρχ.
σωματεκμαγείον, σωματεμπορώ, σωματοβλάβεια, σωματοθήκη, σωματοκάπηλος, σωματομαχώ, σωματοπλαστώ, σωματοπλόκος, σωματοποιός, σωματοπρεπής, σωματοτροφείον, σωματοφθορώ, σωματοφορδός, σωματοφυής, σωματοφυλάκιον
αρχ.-μσν.
σωματοειδής, σωματοποιώ, σωματουργός, σωματοφθόρος, σωματοφόρος
μσν.
σωματέμψυχος, σωματηγός, σωματοβόρος, σωματογραφώ, σωματοεμψυχωμένως, σωματοκτόνος, σωματομιξία, σωματόμορφος, σωματοπράτης, σωματόστρωτος, σωματοτροφώ, σωματοφρουρητήρ, σωματοψύχως, σωμαφορώ, σωμεραστής, σωμόβουβλον
νεοελλ.
σωματάρχης, σωματογνωσία, σωματογραφία, σωματολογία, σωματομετρία, σωματόπλασμα, σωματοσκοπία, σωματοτονία, σωματοτροπίνη, σωματοτρόπος. (Β' συνθετικό) ασώματος / άσωμος, βαρύσωμος, βραχύσωμος, ενσώματος, εύσωμος / -σώματος, λεπτόσωμος, μεγαλόσωμος / -σώματος, ολοσώματος / ολόσωμος, πλατύσωμος, σύσσωμος / -σώματος
αρχ.
απαλοσώματος, δισώματος / δίσωμος, επισώματος / επίσωμος, ηδυσώματος, θηλυκόσωμος, ισοσώματος / ισόσωμος, ισχυροσώματος, κοιλοσώματος, λευκοσώματος, λιμνοσώματος, μαλακόσωμος, μεγιστόσωμος, μελανοσώματος, μισοσώματος, μονόσωμος, ολιγοσώματος, παντοσώματος, πολυσώματος, πυρισώματος, σκληροσώματος, στερνοσώματος, στερροσώματος, τρισώματος / τρίσωμος, τρυγοσώματος, φιλοσώματος
νεοελλ.
γιγαντόσωμος, γυμνόσωμος, ισχνόσωμος, καλλίσωμος, κοντόσωμος, μακρόσωμος, μικρόσωμος, παχύσωμος, υψηλόσωμος, χοντρόσωμος, ωραιόσωμος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • σῶμα — body neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σώμα — το, ατος 1. υλική ύπαρξη: Τα στερεά σώματα έχουν τρεις διαστάσεις. 2. κορμί: Έχει ωραίο σώμα. 3. το κύριο μέρος κάποιου πράγματος. 4. σύνολο ατόμων: Έδωσε εξετάσεις για να μπει στο διπλωματικό σώμα. 5. στρατιωτική δύναμη: Του ανατέθηκε η διοίκηση …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αριθμόσωμα ή σώμα αριθμών — Ένα πλήθος αριθμών που έχουν την εξής ιδιότητα: το άθροισμα, η διαφορά, το γινόμενο και το πηλίκο οποιωνδήποτε από αυτούς (ίσων ή διαφόρων) να ανήκει πάλι στο πλήθος αυτό. Παραδείγματα α. είναι το πλήθος όλων των ρητών, οι αριθμοί α + βi (α, β =… …   Dictionary of Greek

  • μέλαν σώμα — Βλ. λ. μαύρο σώμα …   Dictionary of Greek

  • Εἰ σῶμα δουλον, ἀλλ’ ὁ νοῦς ἐλεύθερος. — См. Дух бодр, плоть же немощна …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • ακτινωτό σώμα — Η πιο παχιά μοίρα του αγγειώδη χιτώνα του ματιού, που βρίσκεται ανάμεσα στον χοριοειδή χιτώνα πίσω και στην ίριδα μπροστά. Αποτελείται από τον ακτινωτό μυ στην έξω επιφάνεια, τον ακτινωτό κύκλο και τον ακτινωτό στέφανο. Το α.σ. βοηθά στην… …   Dictionary of Greek

  • μαύρο σώμα — (Φυσ.). Αντικείμενο, το οποίο είναι ικανό να απορροφά τελείως την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία που δέχεται. Όλα τα αντικείμενα μαύρης απόχρωσης μπορούν να θεωρηθούν, κατά προσέγγιση, ως μ.σ., καθώς είναι σε θέση να απορροφήσουν μια περιοχή… …   Dictionary of Greek

  • Cyprus Scouts Association — Σώμα Προσκόπων Κύπρου Cyprus Scouts Association …   Wikipedia

  • ρευστό — Σώμα του οποίου το σχήμα μπορεί να μεταβάλλεται εύκολα, εξαιτίας της μικρής συνοχής και της αμοιβαίας μετακίνησης των μορίων από τα οποία αποτελείται. Περισσότερο από τον όρο ρ. χρησιμοποιούμε συνήθως τον όρο «ρευστή κατάσταση» της ύλης, για να… …   Dictionary of Greek

  • Soma Hellinon Proskopon — Σώμα Ελληνων Προσκόπων (Soma Hellinon Proskopon) (ΣΕΠ) Zweck: Pfadfinderarbeit Vorsitz: Gründungsdatum: 1910 Mitglieder …   Deutsch Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”